Πραγματοποιώντας μια σύντομη αναδρομή στο μακρινό παρελθόν, μπορεί κανείς να διακρίνει το τεράστιο ενδιαφέρον που αποτέλεσε, και εξακολουθεί να αποτελεί, η μέτρηση του χρόνου. Με διαχρονικό του εργαλείο την τέχνη της ωρολογοποιίας και την κληρονομιά της, ο άνθρωπος, από τα προϊστορικά χρόνια μέχρι και σήμερα, μελετά το χρόνο και το μέσο με το οποίο τον μετρά, το ρολόι. Γιατί όμως ο χρόνος αποτελεί τόσο ελκυστικό και σημαντικό κομμάτι? Επειδή αυτός ‘’έφερε’’ την οργάνωση και τη λειτουργικότητα στη ζωή του ανθρώπου.
Θέτοντας ως στόχο, η ανθρωπότητα (οι Αιγυπτιακοί, οι Μεσοποτάμιοι και οι Κινεζικοί πολιτισμοί πρώτοι) , να υπολογίσει το χρόνο, ξεκινά την ενασχόλησή της με τον τομέα αυτό το 3500 π.Χ. , με την κατασκευή των πρώτων ηλιακών ρολογιών. Εύκολα στην κατασκευή τους, αποτελούνταν από μια κάθετη ράβδο. Ρίχνοντας ο ήλιος το φως του πάνω στη ράβδο, δημιουργούσε μια σκιά η οποία έπεφτε πάνω σε μία, χωρισμένη σε ισάριθμα τμήματα ώρας, επιφάνεια. Έτσι, όσο ο ήλιος κινούταν προς μια κατεύθυνση τόσο και η σκιά κινούταν προς τη φορά του ηλίου υποδηλώνοντας κάθε στιγμή τι ώρα είναι.
Περίπου 2.000 χρόνια αργότερα, την εμφάνισή τους έκαναν τα υδραυλικά ρολόγια. Αυτά λειτουργούσαν με τη ροή του νερού, το οποίο διαπερνούσε ένα στενό στόμιο και κατευθυνόταν από το ένα δοχείο στο άλλο. Η κλεψύδρα αποτέλεσε την πρώτη μορφή υδραυλικού ρολογιού και χρησίμευε ως χρονόμετρο. Επίσης, εκτός από νερό περιείχε, άλλες φορές, άμμο. Κλεψύδρες με άμμο χρησιμοποιούνται μέχρι και στη σημερινή σύγχρονη εποχή.
Τα υδραυλικά ρολόγια ακολούθησαν τα μηχανικά ρολόγια, τα οποία οφείλουν τη εμφάνισή τους σε μια μεγάλη δημιουργία της Κίνας το 725 π.Χ. , τον ‘’Μηχανισμό διαφυγής’’. Τέτοιου είδους ρολόγια (με τον μηχανισμό αυτό) περιείχαν στην κατασκευή τους ένα οδοντωτό τροχό ο οποίος κατευθυνόταν μόνο προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση. Με αυτόν τον τρόπο μεταβιβαζόταν η ενέργεια από τον κινητήρα στον μηχανισμό που έλεγχε τις ώρες, τα λεπτά και τα δευτερόλεπτα. Το 1335 μ.Χ. δημιουργήθηκε ένα από τα πρώτα μηχανικά ρολόγια, το οποίο είχε μόλις έναν δείκτη και έδειχνε κάθε ώρα.
Η τεχνολογία όμως δεν παρέμεινε στα μηχανικά ρολόγια. Κατά τον Μεσαίωνα η ωρολογοποιία είχε πολύ μεγάλη ανάπτυξη. Περίπου το 1540 μ.Χ., έπειτα από την απαγόρευση χρήσης κοσμημάτων που επέβαλε ο John Calvin στους ανθρώπους, δημιουργήθηκε μια μεγάλη βιομηχανία ρολογιών στην Ελβετία καθώς και τα κοσμηματοπωλεία άρχισαν να ασχολούνται πλέον με την ωρολογοποιία. Τον ίδιο αιώνα δημιουργήθηκαν και τα ρολόγια τσέπης, τα οποία έδειχναν μόνο την ώρα. Αυτά προορίζονταν αρχικά για τους πλούσιους, καθώς η κατασκευή τους ήταν πιο ακριβή, ενώ τον 19ο αιώνα, με τη χρήση πιο φθηνών υλικών στην δημιουργία τους, έγιναν διαθέσιμα σε όλους τους ανθρώπους.
Η ωρολογοποιία όμως, παρόλη τη μεγάλη άνθισή της την περίοδο του Μεσαίωνα, απογειώθηκε με την εφεύρεση του εκκρεμούς. Μελέτη πάνω στο κομμάτι του εκκρεμούς έγινε για πρώτη φορά από τον Γαλιλαίο το 1602. Η δημιουργία αυτού του τύπου ρολογιού στόχευε να διορθώσει κάθε ανακρίβεια που υπήρχε στα προηγούμενα ρολόγια και να βάλει μια ισορροπία στην ώρα. Έτσι μείωσε την απόκλιση της ώρας καθημερινά και βασίστηκε στη δύναμη της βαρύτητας. Την ακρίβεια αυτή της ώρας κατάφερε να πετύχει ο Ολλανδός αστρονόμος και μαθηματικός Christiaan Huygens, λίγα χρόνια αργότερα, ο οποίος πρόσθεσε ένα δεύτερο δείκτη στο καντράν του ρολογιού, που θα έδειχνε τα λεπτά, με αποτέλεσμα το ρολόι να γίνει εκκρεμές. Το ρολόι αυτό αποτέλεσε από τα πιο ακριβέστερα σε μέτρηση της ώρας ρολόγια. Το ίδιο άτομο, προκειμένου να κάνει την ακρίβεια ακόμη πιο ισχυρή, άρχισε να χρησιμοποιεί σπειροειδές ελατήριο, υλικό που έκανε τα ρολόγια ακόμη πιο αξιόπιστα.
Από το 1700 και μετά, άρχισε η χρήση του ρολογιού να γίνεται πιο διαδεδομένη και η τεχνολογία να εμπλέκεται στην ωρολογοποιία. Έτσι το 1766, ο Γάλλος Pierre Le Roy, έπειτα από ανάγκη των ναυτικών για πιο αξιόπιστες συσκευές, εφεύρε μια συσκευή για τη θάλασσα και αυτό είχε ως αποτέλεσμα την αρχή της πιο σύγχρονης μέτρησης του χρόνου.
Τον επόμενο αιώνα, το 1812 συγκεκριμένα, δημιουργήθηκε το πρώτο ρολόι χειρός για χάρη της βασίλισσας της Νάπολης. Τα ρολόγια χειρός στόχευαν στη συνέπεια. Τα φορούσαν μόνο οι γυναίκες, ενώ οι άνδρες χρησιμοποιούσαν ακόμη τα ρολόγια τσέπης έτσι ώστε να αποφύγουν τις ζημιές σε αυτά έπειτα από χειρονακτικές εργασίες τους. Ωστόσο, δεν άργησαν να τα χρησιμοποιήσουν και οι άνδρες στο στρατό, καθώς τους ήταν απαραίτητα κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτό γιατί τα ρολόγια τσέπης δε βοηθούσαν τη διαδικασία των στρατιωτών και τη μεταφορά εξοπλισμού τους, μιας και δε θα μπορούσαν να βγάζουν κάθε φορά το ρολόι από την τσέπη τους με τα χέρια απασχολημένα. Η κατασκευή τους περιείχε δερμάτινα λουράκια και με αυτά μπορούσαν να συντονίσουν με ακρίβεια ελιγμούς και επιθέσεις.
Έναν αιώνα αργότερα, με το ξέσπασμα της βιομηχανικής επανάστασης στην Αγγλία, η ωρολογοποιία αναγκάστηκε να εξελιχθεί και να γίνει μαζική παραγωγή ρολογιών. Μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα, η Ελβετία και η Αγγλία κυριάρχησαν στην παραγωγή ρολογιών. Επιπλέον, η αμερικανική βιομηχανία επηρεάζει επίσης την ωρολογοποιία με την έναρξη μαζικής παραγωγής ανταλλακτικών ρολογιών, κυρίως στη Μασαχουσέτη και στο Κονέκτικατ. Με αυτόν τον τρόπο μειώθηκαν αρκετά οι εξαγωγές ρολογιών της Ελβετίας προς την Αμερική.
Φτάνοντας έτσι στον 20ο αιώνα και έχοντας ήδη η ωρολογοποιία αντιμετωπίσει πολλές αντιξοότητες με τους δύο μεγάλους παγκόσμιους πολέμους και την κρίση του 1929, κάνει την ισχυρή εμφάνισή της η τεχνολογία με τα ηλεκτρικά ρολόγια το 1950. Αυτά τα ρολόγια περιείχαν δείκτες που κινούταν μηχανικά και μια ηλεκτρομαγνητική βαλβίδα, ένα λεπτό σύρμα το οποίο επέτρεπε τη ροή του ηλεκτρικού ρεύματος στο ρολόι. Ωστόσο, τη θέση των ηλεκτρικών ρολογιών έρχεται να πάρει το ρολόι χαλαζία, το 1969. Το ρολόι αυτό αντικατέστησε όλα τα μηχανικά υλικά των προηγούμενων ρολογιών με μία μπαταρία. Χρησιμοποιούσαν ψηφιακούς μετρητές για να παρακολουθούν με ακρίβεια την ώρα. Αποτελούν μέχρι και σήμερα ιδιαίτερη μορφή τέχνης.
Καταλήγοντας έτσι στον 21ο αιώνα και έχοντας η τεχνολογία κατακτήσει τεράστιο μέρος της καθημερινότητας του ανθρώπου, παρατηρείται ένα νέο είδος ρολογιού, τα smartwatches ή αλλιώς ‘’έξυπνα ρολόγια’’. Την παραγωγή τους αναλαμβάνουν κυρίως εταιρίες λογισμικού και όχι τόσο ωρολογοποιοί. Θα μπορέσει άραγε η μικροτεχνολογία να αντικαταστήσει τις άλλες διαχρονικές μορφές ρολογιών ή τα μηχανικά ρολόγια θα σταθούν εμπόδιο σε αυτή τους την εξάπλωση? Αυτό θα φανεί με το πέρασμα των χρόνων!